Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΟΥ (1)

Κάποτε ένας γνωστός μου είπε «δεν πρόκειται να γίνεις ποτέ πλούσιος από ένα μισθό». Τότε που μου το είπε και με βάση τις εμπειρίες που είχα τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή τον πίστεψα.

Από τότε περάσανε αρκετά χρόνια, πολλές καλές και κακές εμπειρίες προστέθηκαν στο ενεργητικό μου, έκανα πολύ δρόμο και πολλά λάθη αλλά τελικά κατέληξα στο εξής συμπέρασμα:
Μπορεί να μην καταφέρει κάποιος να γίνει Ωνάσης με ένα μισθό (βέβαια ποτέ δεν ξέρεις), αλλά φροντίζοντας να βάζει στόχους και προτεραιότητες στη ζωή του, να ενεργεί προς την επίτευξη αυτών των στόχων, να ξοδεύει με σύνεση και να φροντίζει πάντα για μία αποταμίευση ασφαλείας, σίγουρα θα βρεθεί σε πολύ καλλίτερη θέση από κάποιον ο οποίος σκορπά απλόχερα τα χρήματά του, αλλά στο τέλος της ημέρας βρίσκεται χωρίς να έχει απολύτως τίποτα. Ξοδεύοντας κάποιος όλα του τα χρήματα σε ανούσια και άχρηστα πράγματα θα καταντήσει σίγουρα ένας πολύ φτωχός, πολύ αγχωμένος και πολύ δυστυχισμένος άνθρωπος, με μηδενικό υπόλοιπο στον αποταμιευτικό λογαριασμό και πολλά χρέη στις τράπεζες.

Όπως είπα, σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξα ύστερα από πολύ δρόμο και πολλά λάθη. Και πραγματικά μου πήρε πολύ χρόνο για να παραδεχτώ ότι ήταν αποκλειστικά δικά μου αυτά τα λάθη, και ότι έπρεπε να αλλάξω ριζικά κάποιες νοοτροπίες πολλές από τις οποίες είχαν ριζώσει μέσα μου στα χρόνια της πρώτης νεότητάς μου. Θα προσπαθήσω με λίγες σύντομες δημοσιεύσεις, που ελπίζω να ολοκληρώσω το επόμενο δεκαήμερο να δείξω τι πραγματικά έφταιγε για τα λάθη μου, και ποιες ήταν οι λάθος επιλογές μου.

Τα παιδικά χρόνια:
Μεγάλωσα σε μία εξαμελή οικογένεια με μορφωμένους γονείς (ο πατέρας μου ήταν καθηγητής στη τριτοβάθμια εκπαίδευση, η μητέρα μου είχε σπουδάσει λίγα λογιστικά και μέχρι το γάμο της δούλευε σε μία επιχείρηση). Και οι δύο γονείς μου βιώσανε στα παιδικά τους χρόνια την Γερμανική κατοχή. Μεγαλώσανε μέσα στα χρόνια του εμφυλίου, της πολιτικής αστάθειας αλλά και της προσδοκίας για μία καλλίτερη ζωή. Και πράγματι, παρά την πολιτική αστάθεια, τα πρώτα σημάδια προοδευτικής βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου του κάθε Έλληνα άρχισε να φαίνεται ήδη από τη δεκαετία του 60. Οι γονείς τους (οι παππούδες μου) ήταν μικρομεσαίοι έμποροι, οι οποίοι με τη σειρά τους είχαν βιώσει δύσκολα παιδικά χρόνια, και είχαν εμφυσήσει στα παιδιά τους τη λαχτάρα της μόρφωσης για να εξασφαλίσουν μία καλλίτερη ζωή.

Φέρνοντας στο νου μου τα παιδικά μου χρόνια, μπορώ να πω ότι οι γονείς μου ήταν πρότυπα καταναλωτικής συμπεριφοράς: Τα πάντα αγοράζονταν με μέτρο και τίποτα δεν πετιόταν εάν πρώτα δεν εξαντλούσε την ωφέλιμη ζωή του. Δεν υπήρχαν πιστωτικές κάρτες ή καταναλωτικά δάνεια. Το μόνο δάνειο που είχαν οι δικοί μου ήταν αυτό που είχαν πάρει για την αγορά του σπιτιού τους, το οποίο εξυπηρετούσαν με θρησκευτική ευλάβεια. Απολαμβάναμε άφθονη οικογενειακή διασκέδαση με εκδρομές έξω από την Αθήνα αλλά και περιπάτους στο δάσος της Καισαριανής. Το καλοκαίρι πηγαίναμε 3 μήνες διακοπές στο νησί του πατέρα μου. Οι γονείς μου αφιερώνανε πολύ χρόνο στα παιδιά τους, ή μάλλον αφιερώσανε τα πάντα στα παιδιά τους: Φρόντισαν να σπουδάσουμε και τα τέσσερα (δεν είμαστε και λίγα!) να μάθουμε ξένες γλώσσες και φρόντισαν να εξασφαλίσουν και από ένα σπίτι για τα παιδιά τους, δίνοντας αντιπαροχή το πατρικό σπίτι της μητέρας μου. Και όλα αυτά με το μοναδικό μισθό του πατέρα και την αμέριστη φροντίδα της μάνας (η οποία ουσιαστικά διαχειριζόταν τα οικονομικά της οικογένειας).

Τα παιχνίδια μας ήταν περιορισμένα, και πάντα περίμενα τις γιορτές και τα γενέθλια για τα δώρα που θα μου έφερναν. Εδώ θα πρέπει να πω ότι ο νονός μου ήταν πολύ πλούσιος: Πάντα ήταν πολυάσχολος άνθρωπος και τον έβλεπα πολύ λίγες φορές τον χρόνο, αλλά τα δώρα του ήταν τα καλλίτερα που θα μπορούσε να επιθυμήσει ένα παιδί, με αποτέλεσμα στα μάτια μου αυτός ο άνθρωπος έλαβε τις διαστάσεις ενός γενναιόδωρου βασιλιά τον οποίο λάτρευα. Ουσιαστικά συνέδεσα το δώρο με την εκδήλωση και ανταπόδοση της αγάπης.

Τα φοιτητικά μου χρόνια: τα πρώτα κέρδη!
Τα φοιτητικά χρόνια μπορώ να πω ότι ήταν από τα πιο ανέμελα της ζωής μου: Παρά το γεγονός ότι παρακολουθούσα όλα τα μαθήματα, και διάβαζα αρκετά, είχα πολύ χρόνο για διασκεδάσεις και πολλές παρέες. Τότε ήταν ξεκίνησα να έχω πιο έντονη ζωή και να συμμετέχω τόσο στα πολιτικά δρώμενα της σχολής μου όσο και σε κάθε διασκέδαση που οργάνωναν φίλοι και γνωστοί (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πέρναγα καλά σε όλες αυτές τις διασκεδάσεις).
Πριν την έναρξη του δεύτερου έτους, και για μικρό χρονικό διάστημα δούλεψα στο κατάστημα μίας θείας μου. Δεν μπορείτε να φαντασθείτε τη χαρά που έκανα μόλις έπιασα στα χέρια μου τα πρώτα χρήματα που κέρδισα η ίδια με την εργασία μου!
Το ποσό θα σας φανεί αστείο (ήταν 80.000 δρχ, ποσό που αναλογεί σε 235 ευρώ περίπου) αλλά εμένα μου φάνηκε μυθικό!
Είχα βρεθεί λοιπόν με 80.000δρχ στην τσέπη και όλο τον κόσμο μπροστά μου για να τα κάνω ότι ήθελα!
Αλλά...
Δεν είχα μάθει ποτέ να διαχειρίζομαι χρήματα. Ποτέ κανείς δεν μου είχε εμπιστευτεί ένα ποσό για να το διαχειριστώ και ούτε βέβαια με κατεύθυνε πως θα έκανα κάτι τέτοιο. Ποτέ δεν είχα βάλει έναν «επενδυτικό» στόχο που έπρεπε να κερδίσω: Απλά όταν επιθυμούσα κάτι περίμενα τις γιορτές και τα γενέθλια μου για να μου το φέρουν οι γονείς μου, οι παππούδες ή ο νονός μου. Ποτέ δεν μάζεψα χρήματα για να πάρω ένα ποδήλατο ή ένα παιχνίδι. Όταν επιθυμούσα κάτι απλά το ζητούσα και οι άλλοι ανάλογα με τις δυνατότητές που είχαν μου το χορηγούσαν.
Και έτσι βρέθηκα με τις 80.000 τις οποίες ξόδεψα μέσα σε λίγες μέρες σε ρούχα, παπούτσια και διασκεδάσεις. Και μετά τι έμεινε; Μερικά ρούχα κάποια από τα οποία ελάχιστα φόρεσα, αλλά το χειρότερο, από τα διάφορα κλαμπ και διασκεδάσεις δεν μου έμεινε απολύτως τίποτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: